Zugang zu Gerichten

SCHMUCKBILD + LOGO

INHALT

BREADCRUMB

Πρόσβαση στη δικαιοσύνη στο πλαίσιο του δικαίου της ΕΕ – επίπεδο κρατών μελών
Νομική ικανότητα

 

Νομική ικανότητα είναι το δικαίωμα προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου ή άλλου ανεξάρτητου και αμερόληπτου οργάνου για την προστασία δικαιώματος ή συμφέροντος του ενάγοντος όσον αφορά τη νομιμότητα απόφασης, πράξης ή παράλειψης δημόσιας αρχής. Η νομική ικανότητα μπορεί να διαφέρει ανάλογα με το αντικείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης, πράξης ή παράλειψης. Μπορεί επίσης να ποικίλλει ανάλογα με το εάν ο αιτών είναι ιδιώτης ή αναγνωρισμένη περιβαλλοντική ΜΚΟ.

Η βάση για τη νομική ικανότητα ποικίλλει ανάλογα με το αντικείμενο της απόφασης, πράξης ή παράλειψης που επιδιώκεται να αμφισβητηθεί. Μπορούν να διατυπωθούν τέσσερις κύριες κατηγορίες:

  • Αιτήσεις για περιβαλλοντικές πληροφορίες και δικαίωμα λήψης πληροφοριών
  • Ειδικές δραστηριότητες που υπόκεινται σε απαιτήσεις συμμετοχής του κοινού
  • Αιτήματα για ανάληψη δράσης στο πλαίσιο κανόνων περιβαλλοντικής ευθύνης
  • Άλλο αντικείμενο, όπως εθνική εκτελεστική νομοθεσία, γενικές κανονιστικές πράξεις, σχέδια και προγράμματα και παρεκκλίσεις
Όσον αφορά την πρώτη κατηγορία, η περιβαλλοντική νομοθεσία της ΕΕ παρέχει δικαιώματα σε φυσικά και νομικά πρόσωπα να ζητούν περιβαλλοντικές πληροφορίες σύμφωνα με την οδηγία 2003/4/ΕΚ για την πρόσβαση σε περιβαλλοντικές πληροφορίες. Στο πλαίσιο αυτό, κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που υποβάλλει αίτηση παροχής πληροφοριών έχει τη νομική ικανότητα να προσβάλει απόφαση, πράξη ή παράλειψη της δημόσιας αρχής που είναι υπεύθυνη για την εξέταση του εν λόγω αιτήματος. Το δικαίωμα ελέγχου οφείλεται στο γεγονός ότι το περιβαλλοντικό δίκαιο της ΕΕ παρέχει δικαιώματα σε φυσικά και νομικά πρόσωπα να ζητούν, αλλά και να λαμβάνουν, περιβαλλοντικές πληροφορίες.

Επιπλέον, η νομική ικανότητα προσβολής αποφάσεων, πράξεων και παραλείψεων που αφορούν συγκεκριμένες δραστηριότητες οι οποίες υπόκεινται σε απαιτήσεις συμμετοχής του κοινού βασίζεται τόσο σε ρητές διατάξεις σχετικά με τη νομική ικανότητα που περιέχονται στο άρθρο 9 παράγραφος 2 της Σύμβασης του Aarhus όσο και στο συναφές παράγωγο δίκαιο της ΕΕ Bitte klicken Sie hier für weitere Informationen! καθώς και στη νομολογία του ΔΕΕ. Συγκεκριμένα, στην υπόθεση Kraaijeveld κρίθηκε ότι η απόφαση, πράξη ή παράλειψη δημόσιας αρχής που παρακωλύει τα δικαιώματα συμμετοχής δημιουργεί δικαίωμα προσφυγής σε δικαστικό έλεγχο. Μετά την απόφαση αυτή, ενσωματώθηκε ρητό δικαίωμα νομικής ικανότητας βάσει του δικαιώματος συμμετοχής στη Σύμβαση του Aarhus και εισήχθη σε διάφορες πράξεις του παράγωγου περιβαλλοντικού δικαίου της ΕΕ. Ωστόσο, το παράγωγο αυτό δίκαιο δεν καλύπτει όλες τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων που καλύπτονται από το άρθρο 6 -και κατ’ επέκταση το άρθρο 9 παράγραφος 2- της Σύμβασης. Στο πλαίσιο αυτό, στην υπόθεση LZ II, το ΔΕΕ διευκρίνισε ότι οι απαιτήσεις του άρθρου 9 παράγραφος 2 της Σύμβασης του Aarhus, σε συνδυασμό με το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, μπορούν επίσης να εφαρμόζονται στους τομείς του περιβαλλοντικού δικαίου που δεν περιλαμβάνουν ειδική πρόσβαση στη δικαιοσύνη.