EU Water Law

SCHMUCKBILD + LOGO

INHALT

BREADCRUMB

Οδηγία πλαίσιο για τα ύδατα
Επιφανειακά ύδατα

 

Τα κράτη μέλη υπέχουν, όσον αφορά τα συστήματα επιφανειακών υδάτων, υποχρέωση πρόληψης της υποβάθμισης και υποχρέωση ενίσχυσής τους (υπόθεση C461/13 Bund für Umwelt und Naturschutz Deutschland, ανωτέρω, σκέψη 39), εφόσον η οδηγία καθιερώνει «μια περίπλοκη διαδικασία διαρθρωμένη σε πολλά λεπτομερώς ρυθμιζόμενα στάδια, προκειμένου να παρέχεται στα κράτη μέλη η δυνατότητα να θέτουν σε εφαρμογή τα αναγκαία μέτρα σε συνάρτηση με τις ιδιαιτερότητες και τα χαρακτηριστικά των καταγεγραμμένων στο έδαφός τους υδατικών συστημάτων» (αυτόθι, σκέψη 42).

Για τα επιφανειακά υδατικά συστήματα, ο στόχος του 2015 συνίστατο στο να χαρακτηρίζεται η κατάστασή τους «τουλάχιστον ‘καλή’», τόσο από οικολογική όσο και από χημική άποψη (άρθρο 2 παράγραφος 18). Ωστόσο, τα ύδατα που τα κράτη μέλη ορίζουν ως τεχνητά ή ιδιαιτέρως τροποποιημένα, υπόκεινται σε λιγότερο αυστηρές απαιτήσεις εάν η επίτευξη καλής οικολογικής κατάστασης απαιτεί αλλαγές που θα προκαλέσουν «σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις» στο περιβάλλον, τη ναυσιπλοΐα, σε δραστηριότητες για τους σκοπούς των οποίων αποθηκεύεται ύδωρ, στη ρύθμιση του ύδατος, στην προστασία από πλημμύρες, στην αποξήρανση εδαφών ή «άλλες εξίσου σημαντικές ανθρώπινες δραστηριότητες για τη βιώσιμη ανάπτυξη» (άρθρο 4 παράγραφος 3σ). Οι απαιτήσεις για τα εν λόγω υδατικά συστήματα είναι απλώς η «επίτευξη καλού οικολογικού δυναμικού και καλής χημικής κατάστασης» (άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο iii)).

Τα υδατικά συστήματα που χρησιμοποιούνται για την υδροληψία με σκοπό την ανθρώπινη κατανάλωση ή που προορίζονται για τέτοια χρήση μελλοντικά πρέπει να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις για τα συστήματα επιφανειακών υδάτων (άρθρο 7 παράγραφος 3). Τα κράτη μέλη πρέπει να εφαρμόζουν τα αναγκαία μέτρα για να αποτρέψουν την υποβάθμιση της κατάστασης όλων των επιφανειακών υδάτων, ιδίως με στόχο την προοδευτική μείωση της ρύπανσης από τις ουσίες προτεραιότητας και την παύση ή τη σταδιακή εξάλειψη των εκπομπών, των απορρίψεων και των διαρροών επικινδύνων ουσιών προτεραιότητας (άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο iv)). Η προαναφερθείσα οδηγία 2008/105 καθορίζει πρότυπα ποιότητας για τους ρύπους, η μείωση ή η καταστολή των οποίων αποτελεί προτεραιότητα.

Ειδικοί κανόνες ισχύουν για μια σειρά ουσιών προτεραιότητας λόγω του «στοιχείου του υδάτινου περιβάλλοντος (...) στο οποίο είναι πιθανόν να βρεθεί μια συγκεκριμένη ουσία και όπου, επομένως, υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα να είναι μετρήσιμη η συγκέντρωσή της». Το στοιχείο αυτό ορίζεται ως το σύνολο των υδάτων, των ιζημάτων ή των ζώντων οργανισμών και χαρακτηρίζεται ως «υλικός φορέας» (άρθρο 2 παράγραφος 1 της οδηγίας 2008/105, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2013/39, και αιτιολογική σκέψη 17 της οδηγίας 2013/39). Πράγματι, για τις πολύ υδρόφοβες ουσίες που συγκεντρώνονται σε ζώντες οργανισμούς και είναι δύσκολη η ανίχνευσή τους στα ύδατα, τα περιβαλλοντικά πρότυπα ποιότητας θα πρέπει καταρχήν να ισχύουν για τους ζώντες οργανισμούς (αιτιολογική σκέψη 17 και άρθρο 3 παράγραφοι 2 και 3 της οδηγίας 2008/105, όπως τροποποιήθηκε).