Environmental Assessments in the EU’s environmental policy

SCHMUCKBILD + LOGO

INHALT

BREADCRUMB

Επισκόπηση της νομοθεσίας της ΕΕ για τις περιβαλλοντικές εκτιμήσεις
Προηγούμενη εκτίμηση και υποχρεώσεις σύμφωνα με την οδηγία για τους οικοτόπους και την οδηγία-πλαίσιο για τα ύδατα

 

Παρομοίως, η ΣΠΕ απαιτείται για σχέδια και προγράμματα που απαιτούν αξιολόγηση βάσει των άρθρων 6 ή 7 της οδηγίας για τους οικοτόπους. Όσον αφορά την κατάλληλη εκτίμηση βάσει των άρθρων 6 και 7 της οδηγίας για τους οικοτόπους που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο β) της οδηγίας ΣΠΕ, το ΔΕΕ αποφάσισε στην υπόθεση C-177/11 Σύλλογος Ελλήνων Πολεοδόμων και Χωροτακτών, ότι πρέπει να εξεταστεί το πεδίο εφαρμογής των εν λόγω άρθρων προκειμένου να προσδιοριστεί το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 3 παράγραφος 2 στοιχείο β). Επομένως, το άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο β) της οδηγίας ΣΠΕ πρέπει να ερμηνεύεται υπό την έννοια ότι η υποχρέωση υποβολής συγκεκριμένου σχεδίου σε περιβαλλοντική εκτίμηση εξαρτάται από την τήρηση, σε σχέση με το σχέδιο αυτό, των προϋποθέσεων που απαιτούν αξιολόγηση βάσει της οδηγίας για τους οικοτόπους, συμπεριλαμβανομένης της προϋπόθεσης ότι το σχέδιο ενδέχεται να έχει σημαντική επίδραση στον οικείο τόπο. Η εξέταση που διενεργείται για να διαπιστωθεί εάν πληρούται η τελευταία αυτή προϋπόθεση περιορίζεται αναγκαστικά στο ζήτημα κατά πόσο μπορεί να αποκλειστεί, βάσει αντικειμενικών πληροφοριών, το ενδεχόμενο το εν λόγω σχέδιο ή έργο να έχει σημαντική επίπτωση στον οικείο τόπο.

Το άρθρο 4 παράγραφος 7 της οδηγίας-πλαίσιο για τα ύδατα παρέχει λεπτομερή στοιχεία σχετικά με το καθεστώς παρέκκλισης από τη γενική υποχρέωση πρόληψης της υποβάθμισης από την άριστη στην καλή κατάσταση ενός συστήματος επιφανειακών υδάτων όταν είναι αποτέλεσμα νέων ανθρώπινων δραστηριοτήτων βιώσιμης ανάπτυξης και επίτευξης καλής κατάστασης των υπόγειων υδάτων, καλής οικολογικής κατάστασης ή, κατά περίπτωση, καλού οικολογικού δυναμικού ή πρόληψης της υποβάθμισης της κατάστασης ενός συστήματος επιφανειακών ή υπόγειων υδάτων. Ως πρώτο μέτρο της διαδικασίας για τη χορήγηση εξαίρεσης, απαιτείται αξιολόγηση της δυνατότητας εφαρμογής. Σκοπός της είναι να εκτιμηθεί ο τρόπος με τον οποίο ένα προτεινόμενο έργο αναμένεται να επηρεάσει τους περιβαλλοντικούς στόχους των υδατικών συστημάτων που επηρεάζει. Εάν το έργο μπορεί να προκαλέσει υποβάθμιση ή να θέσει σε κίνδυνο την επίτευξη καλής κατάστασης/δυναμικού, τότε μπορεί να εγκριθεί μόνο σε περίπτωση που πληρούνται οι προϋποθέσεις οι οποίες περιγράφονται στο άρθρο 4 παράγραφος 7 στοιχεία α) έως δ).

Υπάρχουν πολλές δυνατότητες για συνέργειες και εξορθολογισμό των εκτιμήσεων που απαιτούνται βάσει της ΕΠΕ και της οδηγίας-πλαίσιο για τα ύδατα, οι οποίες ενδέχεται να οδηγήσουν τα κράτη μέλη να θεσπίσουν διαδικασία/προσέγγιση ΕΠΕ που θα διερευνά όλες τις απαιτήσεις του άρθρου 4 παράγραφος 7 της οδηγίας-πλαίσιο για τα ύδατα, ακόμη και αν τα έργα δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των παραρτημάτων I & II της οδηγίας ΕΠΕ: 1) Η εκτίμηση τού κατά πόσον το έργο μπορεί να οδηγήσει σε επιδείνωση της κατάστασης/δυναμικού ενός υδατικού συστήματος ή σχετικού ποιοτικού στοιχείου μπορεί να αποτελεί μέρος της αξιολόγησης του παράγοντα νερό (ΕΠΕ)· 2) Η συλλογή δεδομένων για τις σχετικές αξιολογήσεις μπορεί να είναι κοινή/συντονισμένη· 3) Μπορούν να εκπονούνται από κοινού μέτρα μετριασμού για τη μείωση των ανεπιθύμητων ενεργειών· 4) Η ειδική συνιστώσα του έργου για την αξιολόγηση καλύτερων περιβαλλοντικών επιλογών σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 7 στοιχείο δ) της οδηγίας-πλαίσιο για τα ύδατα και το άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο δ) και την οδηγία ΕΠΕ· 5) Συνέργειες όσον αφορά τη διαβούλευση πριν από την έγκριση έργου χρησιμοποιώντας τη διαδικασία ΕΠΕ για δημόσια διαβούλευση.

Υπάρχουν επίσης κάποιες διαφορές: το επίπεδο λεπτομέρειας στην περιβαλλοντική έκθεση ΕΠΕ μπορεί να είναι χαμηλότερο από το απαιτούμενο για αξιολογήσεις σε σχέση με το άρθρο 4 παράγραφος 7 της οδηγίας-πλαίσιο για τα ύδατα. Επιπλέον, η ΕΠΕ δεν απαιτεί (αλλά ούτε και αποτρέπει) αξιολόγηση σε επίπεδο ποιοτικών στοιχείων, απαιτεί όμως αντιθέτως ως προς τον πιθανό σημαντικό αντίκτυπο του έργου στα ύδατα.

Μολονότι δεν υπάρχει συγκεκριμένη απαίτηση για την εφαρμογή της ιεραρχίας μετριασμού κατά την εξέταση πρακτικών μέτρων για τον μετριασμό του δυσμενούς αντικτύπου στην κατάσταση του υδατικού συστήματος στο πλαίσιο της οδηγίας-πλαίσιο για τα ύδατα, συνιστάται ωστόσο να εφαρμόζεται ορθή πρακτική και να προτιμώνται όλα τα πρακτικά μέτρα που αποτρέπουν, ελαχιστοποιούν ή μειώνουν τα αποτελέσματα στην πηγή έναντι άλλων, εκτός τόπου.