Επισκόπηση της νομοθεσίας της ΕΕ για τις περιβαλλοντικές εκτιμήσεις
Η οδηγία για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΕΠΕ)
Μαζί με τη νομοθεσία για την προστασία της φύσης, η εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ήταν ένα από τα πρώτα νομοθετικά έγγραφα του ενωσιακού κεκτημένου για το περιβάλλον. Η αρχική οδηγία ΕΠΕ εγκρίθηκε ήδη το 1985 και εφαρμόζεται σε ένα ευρύ φάσμα καθορισμένων δημόσιων και ιδιωτικών έργων, τα οποία αναφέρονται λεπτομερώς στα παραρτήματά της Ι και ΙΙ. Υπάρχει διαφορά μεταξύ της διαδικασίας που απαιτείται για τα έργα που ταξινομούνται στα παραρτήματα Ι και ΙΙ αντίστοιχα.
Όλα τα έργα που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι θεωρείται από τον νομοθέτη ότι έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον δεδομένης της φύσης και/ή του μεγέθους τους και, ως εκ τούτου, απαιτούν υποχρεωτική ΕΠΕ χωρίς περαιτέρω εξέταση των περιστάσεων του έργου. Αυτό συμβαίνει, π.χ., σε μεγάλες εγκαταστάσεις καύσης (θερμοηλεκτρικούς σταθμούς ή άλλες εγκαταστάσεις καύσης με θερμική ισχύ άνω των 300 μεγαβάτ), πυρηνικά εργοστάσια, διυλιστήρια, σιδηροδρομικές γραμμές μεγάλων αποστάσεων, αυτοκινητόδρομους και δρόμους ταχείας κυκλοφορίας, αερολιμένες με βασικούς διαδρόμους προσγείωσης μήκους άνω των 2 100 μέτρων, φράγματα και μεγάλα αγροτοβιομηχανικά έργα.
Για τα έργα που απαριθμούνται στο παράρτημα II, οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών έχουν τη διακριτική ευχέρεια να αποφασίσουν εάν απαιτείται ΕΠΕ. Αυτό γίνεται με τη λεγόμενη «διαδικασία διερεύνησης», η οποία καθορίζει τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις του εν λόγω έργου. Αυτό μπορεί να γίνει είτε βάσει κατωτάτων ορίων, είτε βάσει κριτηρίων που ορίζονται από την εθνική νομοθεσία μεταφοράς, ή βάσει κατά περίπτωση εξέτασης από την αρμόδια αρχή. Κατά τον καθορισμό των κατωτάτων ορίων/κριτηρίων ή τη διεξαγωγή κατά περίπτωση εξέτασης, η αρμόδια αρχή πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα κριτήρια που ορίζονται στο παράρτημα III της οδηγίας. Μεγάλος αριθμός έργων που απαριθμούνται στο παράρτημα II είναι πανομοιότυπα με του παραρτήματος Ι, παρά το γεγονός ότι βρίσκονται κάτω από το κατώτατο όριο που καθορίζεται σε αυτό – στις περιπτώσεις αυτές, το παράρτημα II καθορίζει πάντοτε ότι πρόκειται για «έργα που δεν περιλαμβάνονται στο παράρτημα Ι» (π.χ. εγκαταστάσεις καύσης, αγροτοβιομηχανικές εγκαταστάσεις, σιδηρόδρομοι, δρόμοι κ.λπ.). Ταυτόχρονα, υπάρχουν ορισμένα έργα που περιλαμβάνονται μόνο στο παράρτημα II (π.χ. υδροηλεκτρικές μονάδες, εντατική ιχθυοκαλλιέργεια, έργα από τη βιομηχανία τροφίμων, έργα αστικής ανάπτυξης).
Η οδηγία ΕΠΕ του 1985 τροποποιήθηκε τρεις φορές, το 1997, το 2003 και το 2009.
Η οδηγία 97/11/ΕΚ ευθυγράμμισε την οδηγία ΕΠΕ με τη σύμβαση του Espoo, διευρύνοντας το πεδίο εφαρμογής της και αυξάνοντας τα είδη των καλυπτόμενων έργων. Προέβλεπε επίσης νέες ρυθμίσεις διερεύνησης, μεταξύ άλλων και νέα κριτήρια διερεύνησης (παράρτημα III), και καθιέρωνε ελάχιστες απαιτήσεις ενημέρωσης.
Η οδηγία 2003/35/ΕΚ ευθυγράμμισε τις διατάξεις σχετικά με τη συμμετοχή του κοινού στην οδηγία ΕΠΕ με τη σύμβαση του Aarhus για τη συμμετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη σε περιβαλλοντικά θέματα.
Η οδηγία 2009/31/ΕΚ τροποποίησε τα παραρτήματα I και II της οδηγίας ΕΠΕ με την προσθήκη έργων που σχετίζονται με τη μεταφορά, τη δέσμευση και την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα.
Το 2011, η οδηγία ΕΠΕ, μαζί με τις τρεις τροποποιήσεις της, κωδικοποιήθηκε με την οδηγία 2011/92/ΕΕ . Η οδηγία 2011/92/ΕΕ τροποποιήθηκε περαιτέρω το 2014 με την οδηγία 2014/52/ΕΕ
(για λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με αυτήν την τροπολογία, ανατρέξτε στην ενότητα 2).
Η οδηγία καθιερώνει την ΕΠΕ ως διαδικασία που μπορεί να συνοψιστεί ως εξής: ο κύριος του έργου μπορεί να ζητήσει από την αρμόδια αρχή να αναφέρει τι θα πρέπει να καλύπτεται από τις πληροφορίες της ΕΠΕ που θα παράσχει ο κύριος του έργου (στάδιο προελέγχου)· ο κύριος του έργου πρέπει να παράσχει πληροφορίες σχετικά με τον περιβαλλοντικό αντίκτυπο του έργου (έκθεση ΕΠΕ)· οι περιβαλλοντικές αρχές και το κοινό (συμπεριλαμβανομένων όσων κρατών μελών επηρεάζονται) πρέπει να ενημερωθούν και να κληθούν σε διαβούλευση· η αρμόδια αρχή αποφασίζει, λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων. Το κοινό ενημερώνεται κατόπιν για την απόφαση και μπορεί να την προσβάλει ενώπιον των δικαστηρίων.